Η Δήλος, μολονότι ένα από τα μικρότερα νησιά του Αιγαίου (6,85 τετρ. χλμ.), ήταν στην αρχαιότητα το διασημότερο και το ιερότερο απ’ όλα τα νησιά επειδή, σύμφωνα με τον μύθο, εκεί γεννήθηκε ο Απόλλωνας-Ήλιος, θεός του ημερήσιου φωτός καιη Άρτεμις-Σελήνη, θεά του νυχτερινού φωτός – δηλαδή εκεί γεννήθηκε το Φως, που για τους Έλληνες ήταν πάντα το πολυτιμότερο αγαθό. Οι κάτοικοι της Δήλου έκτισαν (γύρω στο 2.500 π.Χ.) τις ελλειψοειδείς καλύβες τους στην κορυφή του Κύνθου (113 μ. ύψος), από όπου, στις ταραγμένες και ανασφαλείς εκείνες εποχές, μπορούσαν εύκολα να εποπτεύουν και να ελέγχουν τη μικρή κοιλάδα και τη θάλασσα ολόγυρα. Οι Μυκηναίοι, που ήλθαν γύρω στα τέλη του 15ου αιώνα π.Χ., έχοντας ήδη εδραιώσει την κυριαρχία τους στο Αιγαίο, αισθάνθηκαν αρκετά ασφαλείς ώστε να εγκατασταθούν στην μικρή κοιλάδα πλάι στη θάλασσα.
Το Απολλώνιο Ιερό, εδραιωμένο ήδη από τους Ομηρικούς χρόνους, έφθασε στη μεγαλύτερη ακμή του στη διάρκεια των αρχαϊκών (7ος-6ος αι. π.Χ.) και κλασικών (5ος-4ος αι. π.Χ.) χρόνων. Έλληνες απ’ όλο τον τότε ελληνικό κόσμο συγκεντρώνονταν στο νησί για να λατρέψουν τον θεό του φωτός Απόλλωνα και την δίδυμη αδελφή του Άρτεμη, θεά της Σελήνης. Η Νάξος και κατόπιν η Πάρος προσπάθησαν να επιβληθούν εκμεταλλευόμενες την αίγλη του Ιερού. Αλλά η πόλη που κυριάρχησε τελικά ήταν η μακρινή Αθήνα, αιτιολογώντας την παρουσία της με διάφορους μύθους. Την περίοδο της τυραννίας του Πεισίστρατου (540-528 π.Χ.) ή των γιών του οικοδομείται ο Πώρινος Ναός του Απόλλωνα στον οποίο στεγάζεται ένα υπερφυσικού μεγέθους άγαλμα του θεού.