Την πιο επικίνδυνη πολιτική κρίση μετά εκείνη του 2000-2001 που οδήγησε τις δύο εθνότητες, Αλβανούς και Σλαβομακεδόνες, σε ένοπλη σύγκρουση διανύει η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Με αφορμή την αδυναμία συγκρότησης κυβέρνησης μετά τις εκλογές του Δεκεμβρίου, η χώρα παραπαίει και ακυβέρνητη οδεύει προς κατάρρευση με ανυπολόγιστες συνέπειες τόσο στο εσωτερικό, όπου βρυχάται ήδη το διεθνοτικό ρήγμα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.
Η πολιτική ένταση σοβούσε από καιρό στην ΠΓΔΜ, με κορυφαίο υπαίτιο
τον επί δέκα συνεχή χρόνια εθνικιστή πρωθυπουργό Νίκολα Γκρούεφσκι, ο οποίος με την πολιτική του εξαρχαϊσμού διεύρυνε και γέμισε με μίσος το χάσμα Αλβανών και Σλαβομακεδόνων, ενώ με εργαλείο ένα αυταρχικό και διεφθαρμένο κράτος, ήλεγχε τους πάντες και τα πάντα για λογαριασμό της δικής του εξουσίας.
Με στόχο να αποκατασταθεί η δημοκρατική ομαλότητα, καθώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης απείχαν από το Κοινοβούλιο, και οι συνταρακτικές αποκαλύψεις για παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων χιλιάδων επιχειρηματιών, πανεπιστημιακών, δημοσιογράφων και πολιτικών αντιπάλων του Γκρούεφσκι από τις μυστικές υπηρεσίες του είχαν ξεχειλίσει το ποτήρι της λαϊκής αγανάκτησης, υπό την πίεση της διεθνούς κοινότητας η χώρα οδηγήθηκε στις εκλογές, στις οποίες ωστόσο κανένα κόμμα δεν κέρδισε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Ετσι ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Γκιόργκι Ιβανόφ έδωσε τη διερευνητική εντολή στο πρώτο κόμμα του VMRO DPMNE του Γκρούεφσκι, που όμως απέτυχε να σχηματίσει κυβέρνηση και κατόπιν αυτού ζήτησε από το δεύτερο σε ψήφους SDSM να εμφανίσει τουλάχιστον εξήντα μία υπογραφές, ώστε να πείσει πως διαθέτει κυβερνητική πλειοψηφία, όπως και έγινε. Παρά ταύτα ο Ιβανόφ αρνήθηκε να αναθέσει την εντολή επικαλούμενος τη συμμαχία του κόμματος του Ζάεφ με τα τρία αλβανικά, τα οποία συμφώνησαν να συμμετάσχουν υπό την προϋπόθεση ότι θα προωθηθεί από τη νέα κυβέρνηση μέρος της κοινής ατζέντας αιτημάτων τους, με πιο σημαντικό εκείνο της καθιέρωσης της αλβανικής γλώσσας ως δεύτερης επίσημης στο σύνολο της επικράτειας. Κατά τον Ιβανόφ αυτό θα υπονόμευε τον «μακεδονικό» χαρακτήρα του κράτους, θα οδηγούσε βαθμιαία στην ομοσπονδιοποίηση, την καντονοποίηση και εν τέλει στον διαμελισμό του.
Ωστόσο στη διεθνή διπλωματία δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το παιγνίδι είναι καθαρά πολιτικό με κορυφαίους παίκτες τον Γκρούεφσκι και... τον πρωθυπουργό της Αλβανίας, Εντι Ράμα, και δεν πρέπει να ξεγελάει το ότι κυβερνούν άλλες χώρες και ανήκουν σε διαφορετικά έθνη.
Ο Γκρούεφσκι πασχίζει να εμποδίσει τον σχηματισμό κυβέρνησης από τον Ζάεφ φοβούμενος ότι η εν εξελίξει εισαγγελική έρευνα εις βάρος του για το σκάνδαλο των υποκλοπών και για άλλες υποθέσεις διαφθοράς θα τον στείλουν στο πολιτικό περιθώριο και πιθανότατα στη φυλακή. Ο Ράμα πάλι αντί να αφήσει τα αλβανικά κόμματα να συνεδριάσουν στο Τέτοβο και να αποφασίσουν την ατζέντα που θα προωθήσουν συμμετέχοντας στη νέα κυβέρνηση της χώρας, κάλεσε τους ηγέτες τους στα Τίρανα και υπό την «επίβλεψή του» τούς υποχρέωσε να συμφωνήσουν στην αποκαλούμενη «διακήρυξη των Τιράνων». Εμφάνισε έτσι εαυτόν να υλοποιεί το περιβόητο όραμα της «εθνικής ενοποίησης».
Σταύρος Τζίμας
Πηγή: kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου