Ανάμεσα στην επανάσταση ή τη μεταρρύθμιση, η Αριστερά στο σύνολό της δεν μοιάζει να έχει μια ξεκάθαρη θέση στο θέμα της βίας. Το φλερτ της είναι εμφανές σε επιλεκτικές «επαναστατικές διαδικασίες» κατάληψης της εξουσίας ή και φθοράς της ή στην πολιτική μεθοδολογία που καλύπτει θεωρητικά βίαιες συμπεριφορές μειοψηφικών ομάδων, ακόμα κι αν αυτές εφαρμόζονται ως καρικατούρα επαναστατικών διαδικασιών μέσα από τραμπουκισμούς, γιαουρτ
ώματα και επιθέσεις χειροδικίας εναντίον ενοχοποιημένων πολιτικών αντιπάλων. Η πλατεία Συντάγματος των «αγανακτισμένων» νομιμοποίησε ακραίες πρακτικές, οι οποίες είναι στο πλαίσιο διαφόρων μορφών «πάλης», σύμφωνα με την προσφιλή ορολογία. «Καταδικάζουμε τη βία, αλλά αντιλαμβανόμαστε την αγανάκτηση όλων εκείνων που αντιδρούν βίαια απέναντι στη βία του μνημονίου», δήλωνε ο Αλέξης Τσίπρας στις 8 Ιουλίου 2011, νομιμοποιώντας μονομερώς μορφές βίαιων συμπεριφορών απερίφραστα. Εδώ ο Μαρξ, σε αντίθεση με τον Αλέξη Τσίπρα, είναι σαφής: όταν μιλά για ταξική βία την αποδίδει σε τάξεις που αριθμούν εκατομμύρια ανθρώπων και όχι σε άτομα ή γκρουπούσκουλα. Τη βία αυτή την καταδίκαζε σαν προβοκατόρικη και υποκινουμένη από σκοτεινούς κύκλους, εχθρικούς προς την εργατική τάξη.
Μόλις πρόσφατα, η κυρία Κανέλλη, των τηλεοπτικών παραθύρων, μας έβαλε στη θέση μας, θυμίζο-ντάς μας ότι η βία είναι η «μαμή της Ιστορίας». Δεν γνωρίζω τι παιδιά ξεγεννά αυτή η μαμή, αλλά αν έχουν σοβιετική υπηκοότητα να μας επιτρέψει να μην τα υιοθετήσουμε. Αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ, παρά
τις τελευταίες αγχωμένες προσπάθειες του δημοφιλούς προέδρου του να αποκηρύξει μετά βδελυγ-μίας τις βίαιες μεθοδεύσεις αγώνα, λησμονώντας δηλώσεις σαν τις πιο πάνω, δεν φαίνεται να είναι κατορθωτή μια ενιαία τοποθέτηση απέναντι στα φαινόμενα βίας. «Η εξίσωση της κινηματικής με τη συμβολική και φυσική κρατική βία είναι ανεπίτρεπτη για την Αριστερά: ακόμα κι όταν η πρώτη είναι τυφλά “αντικρατική”, αυτοκαταστροφική και αναντίστοιχη με αυτό που δηλώνει πως υπερασπίζεται, έχει άλλη πολιτική προέλευση και στόχευση, συνεπώς άλλο αξιακό περιεχόμενο…», δηλώνει το στέλεχος του κόμματος και αρθρογράφος της «Αυγής» Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος. Εδώ, ο αρθρογράφος βάζει στη θέση τους όλους όσοι ισχυρίζονται ότι καταδικάζουν τη βία από όπου κι αν προέρχεται, επαναφέροντάς μας στην «επαναστατική τάξη» με σαφή θεωρητικά επιχειρήματα: ότι άλλο είναι η αριστερή βία και άλλο η δεξιά. Μην έχουμε απορίες… και θεωρητικά κενά!
Στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ ισχυρίζονται ότι «σε κάθε περίπτωση, ο φετιχισμός της “μη βίας” είναι χίλιες δυο φορές πιο επικίνδυνος, αφού επαναφέρει με ύπουλο και δήθεν πρωτοποριακό τρόπο τις παλιές, πεθαμένες και σάπιες λογικές της σοσιαλδημοκρατίας που τόσο πολέμησαν οι Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν (αλλά και ο Μπακούνιν) πριν από 200 χρόνια!». Θα προσθέσουμε εδώ και τη δυσκολία του ΚΚΕ να συγκρατηθεί στα θεσμικά πλαίσια όταν διά στόματος του κυρίου Μαΐλη δηλώνει ότι «είμαστε αντίθετοι με το Σύνταγμα» . Τι σημαίνει ακριβώς ένα κοινοβουλευτικό κόμμα, το ΚΚΕ στην περίπτωσή μας, να προτείνει στους πολίτες να μην τηρούν τους νόμους; Ποια
στάση κρατά η επίσημη πολιτεία απέναντι σε ένα κόμμα που ευθαρσώς και δίχως μισόλογα οραματίζεται την κατάλυση του πολιτεύματος και την απόλυτη επικράτησή του διά των όπλων;
Όλα αυτά είναι ερωτήματα στα οποία δεν έχει δοθεί ξεκάθαρη απάντηση από καμιά μεριά, με αποτέλεσμα τώρα που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια χρονίζουσα κρίση, που ανατρέπει τις κοινωνικές ισορροπίες, η κοινωνία να είναι έρμαιο τυχοδιωκτικών πρακτικών, σύμφωνα με τις ψυχωτικές ιδιοτροπίες του κάθε τυχάρπαστου «υποκειμένου των ιστορικών στιγμών».
Ας έρθουμε όμως στην αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία πρωταγωνιστεί πλέον στην πολιτική σκηνή του τόπου και είναι υπόλογη απέναντι στα λόγια της περισσότερο από τις «επαναστατικές περιόδους» των ξέγνοιαστων γυμναστικών επιδείξεων. Ο Αλέξης Τσίπρας προβάλλει το απλοϊκό επιχείρημα ότι η βία είναι απάντηση στη βία των μέτρων και της εξουσίας (παρότι την καταδικάζει).
Το επιχείρημα του Τσίπρα είναι βαθύτατα αντιδημοκρατικό. Όπως θα γνωρίζει, ο Μαξ Βέμπερ λέει ότι στις κοινωνίες της νεωτερικότητας το κράτος έχει το μονοπώλιο της βίας. Απέναντι σε αυτή τη βία οι πολίτες απαντούν με ειρηνικές διαδηλώσεις, απεργίες, κινητοποιήσεις, κατά βάση όμως με την ψήφο τους. Στο όνομα ποιου σκοπού (πολιτικού, θρησκευτικού, κατοχής της απόλυτης αλήθειας;) και ποιας επαναστατικής πρωτοπορίας, οι μειοψηφίες νομιμοποιούνται να χρησιμοποιούν πολιτική βία;
Μήπως βρισκόμαστε σε «επαναστατικό αδιέξοδο»;…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου