Τρίτη, 15 Οκτωβρίου το 1844 γεννήθηκε στην Πρωσσία ο ίσως μεγαλύτερος μετά τους αρχαίους Έλληνες φιλόσοφος , ο Φρειδερίκος Νίτσε.
Η Google τον τιμά με ένα απο τα Doodles της και εγώ διαπίστωσα πως για έναν περίεργο λόγο , περίεργο λόγω της μεγάλης εκτίμησης που του τρέφω, δεν έχω γράψει ποτέ τίποτα για τον Νίτσε εδώ.Σκέφτηκα λοιπόν σήμερα, έτσι πρόχειρα στον ελάχιστο χρόνο που έχω - οπότε συγχωρήστε μου το χαμηλό και πρόχειρο για το μέγεθος της προσωπικότητας επίπεδο του παρόντος - να τιμήσω την επέτειο αυτή εξετάζοντας όπως υπονοεί και ο τίτλος την σχέση του φιλοσόφου με την Ελληνική θρησκεία, δηλαδή τον Ελληνικό Πολυθεϊσμό.
χειρόγραφη αφιέρωση του υπογράφοντος ως Διόνυσος, Νίτσε στον ποιητή Catulle Mendès στο τέλος της ζωής του έχοντας "χάσει τα μυαλά του" (?).
"καθώς ήθελα να παραχωρήσω στην ανθρωπότητα μια απέραντη ευεργεσία, τους δίνω τους διθυράμβους μου. Τους εναποθέτω στα χέρια του ποιητή της Isoline, του πρώτου και μεγαλύτερου εν ζωή σάτυρου -και όχι μόνο σήμερα ... Διόνυσος"
"καθώς ήθελα να παραχωρήσω στην ανθρωπότητα μια απέραντη ευεργεσία, τους δίνω τους διθυράμβους μου. Τους εναποθέτω στα χέρια του ποιητή της Isoline, του πρώτου και μεγαλύτερου εν ζωή σάτυρου -και όχι μόνο σήμερα ... Διόνυσος"
Η αλήθεια είναι πως ο Νίτσε, όπως και οι αρχαίοι φιλόσοφοι τους οποίους μελετούσε (ξεκίνησε την καριέρα του ως κλασικιστής φιλόλογος), λόγω του εύρους της σκέψης του και της βαρύτητας των διατυπώσεων του (πόσο μάλλον όταν αναφερόμαστε σε έργα γραμμένα με αφοριστικό τρόπο: Ηράκλειτος, Νίτσε) αποτέλεσε και αποτελεί ένα πεδίο συνεχώς νέων αναγνώσεων, όπου πολύ συχνά, ειδικά στους κύκλους των μη ειδικών οι παρανοήσεις και το ταμπέλιασμα, με την κατάλληλη χρήση επιλεκτικών αποσπασμάτων, δίνουν και παίρνουν . Νίτσε ο Άθεος, Νίτσε ο Μηδενιστής, ο Πεσιμιστής, ο Φασίστας κοκ.
"Φασίστας" ή φυλετιστής ο άνθρωπος δεν ήταν και οι παρανοήσεις ξεκινούν από την αγρία τροποποίηση και συρραφή ανέκδοτων αποσπασμάτων του έργου του από την αδελφή του και την χρήση της φιλοσοφίας του, με εστίαση στον "υπεράνθρωπο" από τους μετέπειτα ναζιστικούς ή φιλοναζιστικούς κύκλους. Ένας "υπερανθρώπος", ο οποίος, όμως, για τον Νίτσε δεν ήταν ο υπερ αλλά ο μετά, ο μετά-άνθρωπος ο μετά την κυρίαρχη και παρακμιακή (για τον Νίτσε) κουλτούρα της εποχής.
Εξάλλου και ο ίδιος το είχε προβλέψει πως ούτε κατανοητός θα γινόταν εύκολα, ούτε θα γλύτωναν τα γραπτά του από αυτές και άλλες παρερμηνείες και διαστρεβλώσεις.
«Έρχομαι πολύ νωρίς», είπε μετά, «δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα μου. Αυτό το τρομερό γεγονός είναι ακόμα στο δρόμο και περιπλανιέται-δεν έχει φτάσει ακόμη στ' αφτιά των ανθρώπων. Η αστραπή και η βροντή χρειάζονται χρόνο* το φως των αστεριών χρειάζεται χρόνο• οι πράξεις, ακόμη κι όταν έχουν γίνει, χρειάζονται χρόνο, ώσπου να τις δουν και να τις ακούσουν οι άνθρωποι
Μηδενιστής ο άνθρωπος που έψαχνε με αγωνία για το χαμένο ιερό κέντρο επίσης δεν ήταν.
Επειδή όμως πολλοί από τους παρευρισκόμενους δεν πίστευαν στο Θεό, ξέσπασαν σε δυνατά γέλια. Μήπως χάθηκε; ρώτησε κάποιος. Μήπως έχασε το δρόμο του σαν το μικρό παιδί; είπε κάποιος άλλος. Ή μήπως κρύβεται; Μήπως μας φοβάται; Μήπως μπάρκαρε στο πλοίο; Μήπως ξενιτεύτηκε; -έτσι φώναζαν και γελούσαν. Ο τρελός πήδησε ανάμεσα τους και τους διαπέρασε με τη ματιά του. «Που είναι ο Θεός;» φώναξε, «θα σας πω εγώ! Τον σκοτώσαμε -εσείς κι εγώ! Είμαστε όλοι δολοφόνοι του! Αλλά πώς το κάναμε; Πώς μπορέσαμε να πιούμε τη θάλασσα ώς την τελευταία σταγόνα; Ποιος μας έδωσε το σφουγγάρι για να σβήσουμε όλο τον ορίζοντα; Τι κάναμε όταν κόψαμε την αλυσίδα που ενώνει τούτη τη γη με τον ήλιο της; Προς τα πού κινείται αυτή τώρα; Προς τα πού κινούμαστε εμείς; Μακριά από όλους τους ήλιους; Δεν γκρεμιζόμαστε συνεχώς; Πίσω, πλάγια, μπροστά, προς όλες τις μεριές; Υπάρχει ακόμα ένα πάνω κι ένα κάτω; Δεν περιπλανιόμαστε σαν μέσα σ* ένα απέραντο μη-δέν; Δεν νιώθουμε την ανάσα του κενού χώρου; Δεν κάνει περισσότερο κρύο; Δεν έρχεται η νύχτα, πάντα η νύχτα, πάνω μας; Δεν πρέπει ν' ανά-βουμε φανάρια στο καταμεσήμερο; Δεν ακούμε ακόμη τίποτε από το θόρυβο που κάνουν οι νεκροθάφτες που θάβουν το Θεό; Δεν μυρίζουμε ακόμη τίποτε από τη θεϊκή αποσύνθεση; -και οι θεοί αποσυντίθενται
Ποια ήταν τα αίτια της ανθρώπινης κατάστασης. Γιατί είχαμε ξεπέσει τόσο πολύ που έπρεπε να διατυμπανιστεί ο θάνατος του Θεού και να αναζητηθεί μια νέα αρχή για την ανθρωπότητα μια νέα ανθρωπότητα.
Το φαρμακερό κατηγορώ του Νίτσε αντηχεί εξίσου εκκωφαντικά στα σημερινά αυτιά.
Καταδικάζω τον Χριστιανισμό. Απαγγέλλω κατά της χριστιανικής Εκκλησίας την εσχάτη όλων των κατηγοριών. Τον θεωρώ ως την μεγαλύτερη διαφθορά ...; Μετέβαλε κάθε αξία σε απαξία, κάθε αλήθεια σε ψέμα, καθετί έντιμο σε αχρειότητα. Τον θεωρώ ως την μεγαλύτερη κατάρα και διαστροφή, το μεγαλύτερο εκδικητικό ένστικτο, που προκειμένου να επιβληθεί χρησιμοποίησε κάθε μηχανορραφία και υποχθόνιο μέσο, δεν εδίστασε μπροστά σε καμιά μικροπρέπεια. - Τον ονομάζω το ανεξίτηλο στίγμα της ανθρωπότητας ...;
Με την σκληρή και κοφτερή σαν ξυράφι κριτική του έναντι στον χριστιανισμό ο Νίτσε "κέρδισε" επάξια τον τίτλο ενός εκ των πιο φημισμένων αθέων όλων των εποχών. Τι είδους άθεος όμως ήταν; Ένας πρώιμος "ιππότης" του αθεϊσμού όπως ο Ντόκινς που έβλεπε στην θρησκεία ως φαινόμενο ΣΥΝΟΛΙΚΑ την αιτία για όλα τα δεινά, από τα οποία θα μπορούσαμε να απαλλαγούμε ρίχνοντας όλη μας την πίστη όλες μας τις ελπίδες στην "επιστήμη"; Ίσως και να φαντάζει έτσι στα οπτιμιστικά έργα της μέσης περιόδου. Όμως δεν είναι όλες οι θρησκείες ίδιες.
Η μεγαλύτερη ωφέλεια του πολυθεϊσμού.
-Το να φτιάχνει ένα άτομο το δικό του ιδεώδες και να αντλεί απ' αυτό τον δικό του νόμο, τις δικές του χαρές και τα δικά του δικαιώματα είναι κάτι που θεωρούνταν μέχρι τώρα η πιο ανήκουστη ανθρώπινη παρεκτροπή και η ειδωλολατρία καθ' εαυτην. Οι• λίγοι που τολμούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο ένιωθαν πάντα την ανάγκη να απολογηθούν, λέγοντας συνήθως: «Δεν ήμουν εγώ! Δεν ήμουν εγώ! Αλλά ένας θεός μέσα μου^""!» Η θαυμαστή τέχνη και ικανότητα για δημιουργία θεών -ο πολυθεϊσμός- ήταν αυτό μέσω του οποίου μπορούσε να εκφορτιστεί, να εξαγνισθεί, να τελειοποιηθεί και να εξευγενισθεί αυτή η ενόρμηση: γιατί αρχικά ήταν μια πολΰ κοινή και ανυπόληπττη ενόρμηση, που συνδεόταν με την ισχυρογνωμοσυνη, την α-νυπακοή και τον φθόνο. Να είσαι εχθρικός απέναντι στην ενόρμηση για ένα δικό σου ιδεώδες: αυτός ήταν άλλοτε ο βασικός νόμος κάθε ηθικότητας. Υπήρχε μόνο μια νόρμα: «ο άνθρωπος» -και κάθε λαός πίστευε πως είχε αυτή την πρώτη και έσχατη νόρμα. Αλλά πάνω και έξω απ' αυτόν, σε κάποιο μακρινό «πάνω» κόσμο^"', μπορούσε κανείς να δει ένα πλήθος από νόρμες- ο ένας θεός δεν ήταν η άρνηση ενός άλλου θεού ή βλασφημία εναντίον του! Εδώ έγιναν επιτρεπτά για πρώτη φορά τα άτομα, εδώ τιμήθηκε για πρώτη φορά το δίκαιο των ατόμοιν. Η επινόηση θεών, ηρώων και κάθε λογής υπερανθρώπων, όπως και όντων «πλάι» στον άνθρωπο ή «κάτω» απ' αυτόν, νάνων, ξαπικών, κενταύρων, σατυρων, δαιμόνων και διαβόλων, ήταν η ανεκτίμητη προπαρασκευαστική άσκηση για τη δικαιολόγηση του εγωισμού και της υπάτης εξουσίας του ατόμου: την ελευθερία που παραχωρούσε κανείς σ' ένα θεό σε σχέση με τους άλλους θεούς - την παραχώρησε τελικά και στον εαυτό του σε σχέση με τους νόμους, τα ήθη και τους γείτονές του. Αντίθετα, ο μονοθεϊσμός, αιττή η αυστηρή συνέπεια της θεωρίας του ενός και μοναδικού φυσιολογικού ανθρώπου -άρα η πίστη σ" ένα φυσιολογικό θεό, δίπλα στον οποίο υπάρχουν μόνο κάλπικοι ψευτοθεοί- ήταν ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετώπισε μέχρι τώρα η ανθρωπότητα. Την απείλησε με εκείνο το πρόωρο σταμάτημα που, απ' όσο μπορούμε να κρίνουμε, προσέβαλε εδώ και πολύ καιρό ήδη τα περισσότερα άλλα ζωικά είδη• γιατί όλα πιστεύουν σ' ένα και μοναδικό φυσιολογικό ζώο και ιδεώδες για το είδος τους, κι έχουν κάνει οριστικά σάρκα και αίμα τους την ηθικότητα των ηθών. Στον πολυθεϊσμό προεικονίζεται η ελευθερία και η πολυειδία του πνεύματος του ανθρώπου: η δύναμη να δημιουργούμε για τον εαυτό μας δικά μας καινούργια μάτια -συνεχώς όλο πιο καινούργια, όλο πιο δικά μας:... (Σημ. Ο Νίτσε πρωτοποριακά για την εποχή του χρησιμοποίησε τον όρο πολυθεϊσμός για να περιγράψει την Ελληνική θρησκεία, κυρίως για να την αντιδιαστείλει προς τον μονοθεισμό.)
Φυσικά η θρησκεία εξετάζεται υπό το πρίσμα της κοινωνικής της εκδήλωσης δηλ του αποτελέσματος που αυτή ως πίστη έχει στον άνθρωπο και στην κοινωνία και όχι ως υπερβατική θεολογία, δεν χωράει η "μεταφυσική" στην Νιτσεική λογική, έτσι εμφανέστατα στο παραπάνω απόσπασμα η Ελληνική θρησκεία απο-θεοποιείται, μετατρέπεται από πίστη και θρησκεία σε ένα πνευματικό σύστημα το οποίο ο φιλόσοφος μπορεί να αποδεχτεί. Ο Νίτσε φιλοσοφεί δεν θεολογεί και η Θρησκεία αντιμετωπίζεται (και ως ανθρώπινη έκφραση ως σύστημα είναι) ως κατασκεύασμα των ανθρώπων. Ο ρόλος του φιλοσόφου είναι να ερευνά. Όπως είχε γράψει και νεαρός ακόμα στην αδελφή του δηλώνοντας την αποστασία του από την πίστη:
Ως εκ τούτου, οι δρόμοι των ανθρώπων χωρίζουν: αν θέλεις να επιτύχεις την γαλήνη της ψυχής και την ευχαρίστηση, τότε πίστευε. Αν θέλεις να είσαι αφοσιωμένος λάτρης της αλήθειας, τότε αναρωτήσου.
Αλλά αν δεν είναι όλες οι θρησκείες ίδιες και δούμε πίσω από την δικαιολογημένη από τον αντιχριστιανισμό του λογική, υπήρχε μια θρησκευτική έκφραση την οποία ο Νίτσε να εκτιμούσε; Σε πολλά σημεία της αντιχριστιανικής του ρητορείας αυτό είναι εμφανές, εμφανές με το τι αντιδιαστέλεται ο χριστιανισμός, εμφανές από το μέτρο πάνω στο οποίο ο Νίτσε στηρίζεται για να ασκήσει κρητική. Στην "ηθική", στο καλό και στο κακό, στις αξίες, στην πραγματική ανόθευτη ζωή. Υπάρχει κάτι προς το οποίο ο Νίτσε κοιτάει για να "μετρήσει" σε όλο του το έργο. Και αυτό είναι οι Έλληνες. Οι Έλληνες απέναντι στους οποίους συγκρίνεται όλη η ανθρωπότητα έκτοτε.
Αποδεδειγμένα σε κάθε περίοδο της εξέλιξής του ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός προσπάθησε να απελευθερώσει τον εαυτό του από τους Έλληνες. Η προσπάθεια αυτή είναι διαποτισμένη με βαθύτατη δυσαρέσκεια, διότι οτιδήποτε κι αν δημιουργούσαν, φαινομενικά πρωτότυπο και άξιο θαυμασμού, έχανε χρώμα και ζωή στη σύγκρισή του με το ελληνικό μοντέλο, συρρικνωνότανε, κατέληγε να μοιάζει με φθηνό αντίγραφο, με καρικατούρα. Έτσι ξανά και ξανά μια οργή ποτισμένη με μίσος ξεσπάει εναντίον των Ελλήνων, εναντίον αυτού του μικρού και αλαζονικού έθνους, που είχε το νεύρο να ονομάσει βαρβαρικά ότι δεν είχε δημιουργηθεί στο έδαφός του. Κανένας από τους επανεμφανιζόμενους εχθρούς τους δεν είχε την τύχη να ανακαλύψει το κώνειο, με το οποίο θα μπορούσαμε μια για πάντα να απαλλαγούμε απ’ αυτούς. Όλα τα δηλητήρια του φθόνου, της ύβρεως, του μίσους έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή να διαταράξουν την υπέροχη ομορφιά τους. Έτσι, οι άνθρωποι συνεχίζουν να νιώθουν ντροπή και φόβο απέναντι στους Έλληνες. Βέβαια, πού και πού, κάποιος εμφανίζεται που αναγνωρίζει ακέραιη την αλήθεια, την αλήθεια που διδάσκει ότι οι Έλληνες είναι οι ηνίοχοι κάθε επερχόμενου πολιτισμού και σχεδόν πάντα τόσο τα άρματα όσο και τα άλογα των επερχόμενων πολιτισμών είναι πολύ χαμηλής ποιότητας σε σχέση με τους ηνίοχους, οι οποίοι τελικά αθλούνται οδηγώντας το άρμα στην άβυσσο, την οποία αυτοί ξεπερνούν με αχίλλειο πήδημα.
Θα μπορούσε να ισχύει η ίδια οπτική και για την θρησκεία; Αυτός ο σεβασμός και θαυμασμός για τα έργα των Ελλήνων συμπεριλαμβάνει και αυτή; Σαφέστατα ναι αν δούμε την ουσία πίσω από την "Γέννηση της Τραγωδίας", στην οποία ο Νίτσε στην πραγματικότητα ζητάει μια επιστροφή στην θρησκεία των Ελλήνων έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί η σύγχρονη παρακμή (την οποία θα ανέλυε σε όλα τα επόμενα έργα του). Στο έργο αυτό ο Νίτσε δημιουργεί στο δίπολο του Διονύσου-Απόλλωνα μια δική του ερμηνευτική της Ελληνικής θρησκείας, ένα νέο βασισμένο στον αρχαίο πολυθεϊσμό σύστημα Νιτσεικής κατασκευής, το οποίο όμως πληρεί τα κριτήρια που ο ίδιος ο φιλόσοφος θα έθετε σε όλα του τα έργα. Επιβίωση της ατομικότητας μέσα στην συλλογικότητα. Ελεύθερη προσωπικότητα μέσα σε μια οργανικότητα. Δημιουργία μιας συνεχώς προοδεύουσας συλλογικότητας η οποία θα μπορεί να δημιουργήσει τις συνθήκες για την γέννηση των "ευγενών" ανθρώπων που με την σειρά τους μπορούν να την πάνε παραπάνω. Στα μάτια του Νίτσε αυτό το είχε καταφέρει μόνο η Ελληνική θρησκεία.
Θα μπορούσε να υποστηριχτεί πως αυτή η οπτική χάνεται από τα επόμενα έργα του Νίτσε. Όχι αν κοιτάξουμε προσεκτικά μέχρι και το τέλος οι παγανιστικοί θεοί των Ελλήνων είναι τα αθάνατα πρότυπα στα οποία ο φιλόσοφος προστρέχει.
Πάει πάρα πολύς καιρός πια που ξεμπερδέψαμε με τους παλιούς θεούς: - κι αληθινά, είχαν ένα καλό, χαρούμενο θεικό τέλος!"Δεν πέρασαν από κανένα λυκόφως πεθαίνοντας, - αυτό είναι ψέμμα! Κάτι πολύ περισσότερο: Πέθαναν μόνοι τους απότομα - γελώντας!Αυτό έγινε όταν απο στόμα Θεού ακούστηκε ο πιο άθεος λόγος, - ο λόγος "Εις θεός εστιν. Ουκ έσονται σοι έτεροι Θεοί πλην εμού!"-ένας παλιός με οργισμένη γενειάδα Θεός, ένας ζηλιάρης Θεός που είχε ξεχάσει τον εαυτό του μιλώντας έτσι:Κι όλοι οι Θεοί γελάσαν τότε και χτυπιόντουσαν πάνω στις έδρες τους και φωνάζανε: "Θεικότητα δε σημαίνει ακριβώς το να υπάρχουν θεοί και όχι Θεός;"Όποιος έχει αυτιά, ας ακούσει
Γι' αυτό, ω αδελφοί μου, χρειάζεται μια νέα τάξη ευγενών, που να αντιστρατευτεί όλο τον όχλο και κάθε δυνάστη και πάνω σε νέες πλάκες να γράψει πάλι την λέξη "ευγενής". Πολλοί ευγενείς χρειάζονται, ακριβώς και διάφοροι ευγενείς, για να γεννηθεί η ευγένεια! Η, όπως είπα άλλοτε παραβολικά: "Θεικότητα ακριβώς σημαίνει να υπάρχουν Θεοί κι όχι Θεός!."
...συνεχίζεταιPosted by Christos Panopoulos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου