Αυτό που δεν είδε ο Μαρξ ήταν το φαινόμενο μιας Microsoft ή μιας Apple. Εξηγούνται άραγε τα κέρδη αυτών των δύο κολοσσών με την θεωρία του Μαρξ; Μεταφράζονται εύκολα στην υπεραξία των εργαζόμενων αυτών των δύο επιχειρήσεων; Σε καμία περίπτωση. Ο Μαρξ υπέθετε ότι όλες οι επιχειρήσεις λειτουργούν σε απόλυτα ανταγωνιστικό πλαίσιο. Ότι οι καινοτομίες τους αντιγράφονται άμεσα και δεν δύνανται να πουλάνε τα προϊόντα τους πιο ακριβά από τους ανταγωνιστές τους. Με άλλα λόγια, ο Μάρξ έστρεφε την κριτική του σε μια ιδεατή, πλήρως, ανταγωνιστική έκφανση του καπιταλισμού. Δεν ασχολήθηκε με την περίπτωση μια πιθανής Microsoft ή μιας Apple επειδή πίστεψε ότι ο ανταγωνισμός θα έριχνε όλα τα τείχη του προστατευτισμού. Σφάλμα ολκής. Το αντίθετο συνέβη. Εταιρείες όπως η Microsoft και η Apple όχι μόνο κατάφεραν να υψώσουν νέα τείχη προστατευτισμού, αλλά και να ιδιωτικοποιήσουν αυτό που ο Μαρξ ονόμαζε «γενική διανόηση», την συλλογικά δηλαδή παραχθείσα γνώση μιας παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας. Το κάθε iPhone, το κάθε πρόγραμμα Windows, εμπεριέχει γνώση παραχθείσα από εκατομμύρια άτομα τα περισσότερα από τα οποία δεν είχαν καμία σχέση με την Microsoft ή την Apple. Οι καλές αυτές εταιρείες, όπως περίπου η British East India Company πριν αιώνες μονοπώλησε το εμπόριο της Ευρώπης με την Άπω Ανατολή, μονοπωλούν την γνώση που έχουν παράξει μάζες επιστημόνων και μη.
Αυτή την ιδιωτικοποίηση δεν την είχε φανταστεί ποτέ ο Μαρξ (πως θα μπορούσε άλλωστε;). Κι όμως, αυτή η ιδιωτικοποίηση βρίσκεται σήμερα στο κέντρο της διανομής του παγκόσμιου εισοδήματος. Ένα iPhone παράγεται στην Κίνα από την Ταϊβανέζικη Foxconn, στα εργοστάσια της οποίας εργάζονται χιλιάδες κινέζοι υπό οικτρές συνθήκες. Η Foxconn χρεώνει την Apple περί τα 80 δολάρια για κάθε συσκευή, την οποία μετά πουλάει η Apple για 700 δολάρια. Να το πω απλά: Ο ίδιος ο Μαρξ θα κατέληγε ότι η ανάλυσή του δεν αρκεί για να εξηγήσει τι γίνεται.
Ο καπιταλισμός που μελετούσε ο Μαρξ είχε ως κύριο πρωταγωνιστή έναν επιχειρηματία-ιδιοκτήτη που επένδυε δανεικά χρήματα στο εργοστάσιο και παρακρατούσε ό,τ κέρδη ένιωθε ότι μπορούσε να αφαιρέσει από τις επενδύσεις της επόμενης χρονιάς. Σήμερα, ο επιχειρηματίας είναι ένας απλός manager που «τρέχει» την επιχείρηση ουσιαστικά για λογαριασμό τραπεζών οι οποίες με την σειρά τους διοικούνται από managers (στους οποίους δεν ανήκουν οι τράπεζες). Σε αυτή την νέα καπιταλιστική τάξη πραγμάτων, η βασική πηγή πλούτου δεν είναι απλώς η υπεραξία που παράγουν οι προλετάριοι, αλλά οι υπερμισθοί των managers. Μισθοί ασύλληπτα υπεράνω του όποιου μεγέθους θα αντανακλούσε την «παραγωγικότητά» τους. Υπερμισθοί που διαχέονται προς τα κάτω, στα χαμηλότερα κλιμάκια του λεγόμενου middle management, έτσι ώστε να επιβάλλεται ένα καθεστώς «συνενοχής» μεταξύ κατεργαραίων διαφορετικού βεληνεκούς.
Αν ζούσε ο Κάρολος σήμερα, αυτή την διαδικασία θα μελετούσε. Το πως η υπεραξία παράγεται όλο και πιο πολύ στην Κίνα, στην Αφρική, στην Ινδία, ενώ στην Δύση όλοι, όχι βέβαια στον ίδιο βαθμό, εισπράττουν υπερμισθούς – δηλαδή μισθούς που, στην γλώσσα του Μαρξ, ξεπερνούν κατά πολύ την αξία της εργασίας-δραστηριότητάς τους.
Οι εγχώριοι Μαρξιστές
Όταν γύρισα για πρώτη φορά στην Ελλάδα, το 2000, η πρώτη μου απογοήτευση ήρθε από τους αυτο-προσδιοριζόμενους ως μαρξιστές φοιτητές μου. Θυμάμαι ατέλειωτες συζητήσεις, που με γέμιζαν απόγνωση, για τα λεγόμενα «εργασιακά δικαιώματα» που, εκείνοι έλεγαν ότι, πρέπει να τους «εξασφαλίζουν» τα πτυχία τους. Τους έλεγα: «Βρε παιδιά, μαρξιστές άνθρωποι είσαστε. Πως είναι δυνατόν να πιστεύετε ότι το Πανεπιστήμιο μπορεί ΚΑΙ να προσφέρει μαζική και δωρεάν παιδεία ΚΑΙ να σας εξασφαλίσει «εργασιακά δικαιώματα». Αν μπορούσε, αυτό δεν θα σήμαινε ότι ο Μαρξ έλεγε ανοησίες όταν ισχυριζόταν πως ο καπιταλισμός δεν μπορεί να ξεπεράσει τις αντιφάσεις του, να εκπολιτιστεί, χωρίς να καταργηθεί το μονοπώλιο των λίγων επί των μέσων παραγωγής;» Μόνος μου τα έλεγα, μόνος μου τα άκουγα.
Η τραγωδία της πλειοψηφίας των συμπατριωτών μας που δηλώνουν μαρξιστές είναι διττή: Από την μία, απέχουν πολύ από την ποιότητα, το ύφος και το ήθος της σκέψης του Μαρξ. Από την άλλη, απέχουν ακόμα περισσότερο από τα ζητήματα που θα απασχολούσαν τον Μαρξ σήμερα, και τα συμπεράσματα που θα έβγαζε.
Ως προς το πρώτο, τον τρόπο με τον οποίο παρερμηνεύουν τον Μαρξ του 19ου αιώνα, είναι ξεκάθαρο ότι οι έλληνες μαρξιστές δεν μοιράζονται με τον «γκουρού» τους το δέος που εκείνος ένιωθε μπροστά στα επιτεύγματα του καπιταλισμού. Επικεντρώνονται στα αρνητικά, μεμψιμοιρώντας, και στρεφόμενοι εναντίον εκείνων που ο Μαρξ θα θεωρούσε θείον δώρον: την παγκοσμιοποίηση, το Διαδίκτυο, τις νέες τεχνολογίες, την τάση του καπιταλισμού να καταστρέφει τις σεμνοτυφίες, την συντήρηση, το παλιό, την υποκρισία. Παράλληλα, αποτυγχάνουν να συλλάβουν την πραγματική κακοήθεια του καπιταλισμού που δεν έχει τίποτα να κάνει με την «αδικία» και την «ανισότητα» αλλά που, σύμφωνα με τον Μαρξ, προκύπτει από τον ανορθολογισμό που γεννά η ιδιωτική εκμετάλλευση συλλογικά παραχθέντων αγαθών (κεφαλαιουχικών και καταναλωτικών).
Ως προς το δεύτερο, τώρα, την αδυναμία τους να σκεφτούν αυτά που θα σκεφτόταν ο Μαρξ σήμερα (εν όψει των νέων δεδομένων), εδώ η κατάσταση φέρνει δάκρυα στα μάτια. Έχετε ακούσει κάποιο από τα κόμματα της Αριστεράς να νοιάζεται για τον τρόπο με τον οποίο η Δύση, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, καρπούται την υπεραξία που παράγει ο ‘Νότος’, μετατρέποντάς την σε υπερμισθούς; Ακούσατε ποτέ να εκφέρεται, από την Αριστερά, μια ανάλυση της μετά το 2008 ελληνικής κατάστασης όπου να τίθεται επί τάπητος η ανικανότητα της χώρας τόσο να παράγει (παραδοσιακή κατά Μαρξ) υπεραξία όσο και να καρπούται υπερμισθούς; Όχι, δεν ακούσατε.
Αυτό που ακούσατε, ουσιαστικά, είναι η απαίτηση οι έλληνες εργαζόμενοι να εισπράττουν κι αυτοί υπερμισθούς - μιας και η βιομηχανία μας δεν παράγει αρκετή υπεραξία από την οποία να διεκδικήσουν ένα μέρος. Αυτό που ακούσατε είναι καταγγελίες περί της αδικίας των Μνημονίων και περί της όλο και μεγαλύτερης απόσπασης υπεραξίας των εργαζόμενων (όταν αυτή δεν υφίσταται πλέον). Όσο δε για το τι πρέπει να γίνει, μεγάλο μέρος της Αριστεράς απαντά: Επιστροφή στην αυτάρκεια. Έξοδο από το ευρώ. Έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τέλος στην παγκοσμιοποίηση. Τείχη γύρω από την χώρα που να εμποδίζουν τις εισαγωγές.
Ερωτώ λοιπόν: Με πόσες στροφές νομίζετε ότι περιστρέφεται γύρω από τον άξονά του ο Μαρξ στον τάφο του στο Highgate όταν «ακούει» τους έλληνες μαρξιστές να λένε τέτοια πράγματα; Η δική μου εκτίμηση είναι: με περίπου 12000rpm!
Επίλογος
Με αυτό το άρθρο κλείνει ένας κύκλος. Ένας κύκλος που προσπάθησε να αναδείξει την ιδεολογική ασυνέπεια και των τριών μεγάλων ιδεολογικών ρευμάτων που κυριαρχούν στην πολιτική σφαίρα, και τα οποία θα κονταροκτυπηθούν (με διαφορετικά κομματικά περιτυλίγματα) στις επικείμενες εκλογές. Είδαμε ελευθεριάζοντες που υποστηρίζουν την μεγαλύτερη και πιο τοξική κρατική παρέμβαση στην ιδιωτική οικονομία (τα δάνεια των Μνημονίων). Γνωρίσαμε Κευνσιανούς που υποστηρίζουν ότι, εν καιρώ βαθιά ύφεσης, η ανάπτυξη θα έρθει μειώνοντας δημόσιες δαπάνες και μισθούς. Καταλήξαμε σε Μαρξιστές που, ουσιαστικά, υπερασπίζονται το δικαίωμα των ελλήνων εργαζόμενων να ζουν ως ραντιέρηδες (εισοδηματίες), ξεζουμώντας την υπεραξία «άλλων» τριτοκοσμικών, ξένων.
Στόχος μου, επαναλαμβάνω, δεν ήταν να επιχειρηματολογήσω υπέρ της ιδεολογικής και θεωρητικής καθαρότητας. Προσωπικά μιλώντας (επειδή, εδώ στο τέλος, δεν με πειράζει να δηλώσω την δική μου ταυτότητα), κατανοώ τον καπιταλισμό διαβάζοντας Μαρξ (και συγκεκριμένα τον Πρόλογο στην Εισαγωγή στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας ΚΑΙ την 18η Brumiere του Louis Bonaparte), Keynes (όχι τόσο την Γενική Θεωρία αλλά τα αριστουργηματά του World Economic Outlook, The Economic Consequences of the Peace και το Treatise on Money) και Hayek (Economics and Knowledge). Όχι, στόχος μου ήταν να καταδείξω πως, στην Ελλάδα, μια από τις εκφάνσεις (και αιτίες) της Κρίσης είναι ότι τα κυρίαρχα ιδεολογικά ρεύματα δεν είναι καν ειλικρινή με τον εαυτό τους.
Το βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη "Κρίσης λεξιλόγιο" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ποταμός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου