Η Ευρωπαϊκή Ένωση ιδρύθηκε ως ένα πολιτικό και οικονομικό εγχείρημα βασισμένο στις αξίες της δυτικής σκέψης: δημοκρατία, κράτος δικαίου, ανθρώπινα δικαιώματα, κοινωνική αλληλεγγύη. Οι ρίζες αυτών των αξιών βρίσκονται στην αρχαία Ελλάδα και μεταλαμπαδεύτηκαν μέσω της Ρώμης, της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Ωστόσο, η σύγχρονη ΕΕ φαίνεται ολοένα και περισσότερο να απομακρύνεται από το αξιακό της υπόβαθρο, ακολουθώντας την κατεύθυνση της σκοπιμότητας, των συμφερόντων και των εσωτερικών ισορροπιών.
Ένα από τα πιο εξόφθαλμα παραδείγματα αυτής της ασυνέπειας είναι η στάση της Ένωσης απέναντι στην Τουρκία. Η Τουρκία, από το 1974, κατέχει στρατιωτικά το 37% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας – ενός πλήρους και ισότιμου κράτους-μέλους της ΕΕ. Παρότι αυτή η κατοχή είναι παράνομη και παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο, δεν έχει επιβληθεί καμία ουσιαστική κύρωση, ενώ πολλές ευρωπαϊκές χώρες συνεχίζουν να διατηρούν προνομιακές σχέσεις με την Άγκυρα.
Παράλληλα, η Ελλάδα, μια χώρα που επικαλείτε συνεχώς το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας αλλά δεν το εφαρμόζει, είναι μέλος τόσο της ΕΕ όσο και του ΝΑΤΟ, απειλείται ανοιχτά με casus belli από την Τουρκία – η οποία, ειρωνικά, δεν έχει καν υπογράψει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Ωστόσο, το 1998, αυτή ενσωματώθηκε στο ενωσιακό δίκαιο. Πώς, λοιπόν, μια χώρα που απειλεί με πόλεμο κράτος-μέλος της Ένωσης παραμένει "υποψήφια προς ένταξη" και συμμετέχει ανεπίσημα σε ευρωπαϊκά σχήματα ασφάλειας και άμυνας;
Ταυτόχρονα, η ΕΕ ανακοίνωσε πακέτο 800 δισεκατομμυρίων ευρώ, στο οποίο ενδέχεται να συμμετάσχει και η Τουρκία. Αν αυτό ισχύσει, τότε τα χρήματα αυτά –που προέρχονται από τους φορολογούμενους πολίτες της Ένωσης– θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν εξοπλισμούς που στο μέλλον θα στραφούν κατά της Ελλάδας και της Κύπρου. Κάποτε, ο Βενιζέλος έστειλε στρατό στην Κριμαία και το πληρώσαμε. Σήμερα, στείλαμε όπλα στην Ουκρανία χωρίς να αναδείξουμε το πρόβλημα της Κύπρου και της Ελλάδας.
Η γερμανική στάση, τόσο ιστορικά όσο και σήμερα, δημιουργεί επιπλέον ερωτήματα. Από την εποχή του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, η Γερμανία είχε ρόλο στην καθοδήγηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην καταπίεση των χριστιανικών πληθυσμών και στον αφανισμό της ελληνικής οικονομικής παρουσίας στην περιοχή. Η Ιστορία επαναλαμβάνεται, με διαφορετικά πρόσωπα αλλά ίδιες πρακτικές. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα, δυστυχώς, σε πολλές περιπτώσεις νομιμοποιεί και ξεπλένει την τουρκική προκλητικότητα – όπως με την υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών.
Παρατηρείται επίσης η τουρκική παρεμπόδιση έργων της ΕΕ στην ελληνική επικράτεια, όπως το καλώδιο στην Κάσο. Παρά την απειλή, η Ευρώπη σιωπά. Την ίδια στιγμή, η ΕΕ επέβαλε κυρώσεις στην Ελλάδα (27/2/2025 στο Λουξεμβούργο) επειδή δεν εφάρμοσε τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό με βάση τα 12 ναυτικά μίλια, όπως ορίζει ο ευρωπαϊκός χάρτης – και στη συνέχεια η Ελλάδα υπέβαλε χάρτη με 6 μίλια. Ποιο είναι το μήνυμα προς τα κράτη-μέλη; Ότι οι αρχές είναι διαπραγματεύσιμες και οι κυρώσεις έχουν αποδέκτη τους αδύναμους.
Η υποκριτική στάση της ΕΕ γίνεται πιο κραυγαλέα αν τη συγκρίνουμε με την ταχύτητα και τη σφοδρότητα της αντίδρασής της στην περίπτωση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Κυρώσεις, διεθνής απομόνωση, οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη – όλα κινητοποιήθηκαν άμεσα. Στην περίπτωση της Κύπρου και της Ελλάδας, επικρατεί σιγή ή και ανοχή. Γιατί; Επειδή η Τουρκία προσφέρει στρατηγικά συμφέροντα και είναι εμπορικά πολύτιμη για μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες – Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Ελλάδα, όμως, δεν είναι ένα απλό κράτος-μέλος. Είναι ο πυλώνας της γεωπολιτικής σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, χώρα που εδώ και χιλιετίες λειτουργεί ως φραγμός στις ασιατικές επεκτάσεις προς την Ευρώπη ,από τις Περσικές εισβολές έως τη Μάχη του Μαντζικέρτ. 1071 Σήμερα, η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να ενισχύσει στρατηγικές συνεργασίες πέρα από τα στενά ευρωπαϊκά όρια: με Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ινδία, Λιβύη και, φυσικά, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτός είναι ο φυσικός γεωπολιτικός της χώρος – μια συμμαχία του μέλλοντος, με χώρες που σέβονται το Διεθνές Δίκαιο και αντιμετωπίζουν την Ελλάδα ως εταίρο, όχι ως αναλώσιμο.
Τέλος, δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε την ευθύνη του ελληνικού πολιτικού συστήματος, το οποίο πολλές φορές επιλέγει κατευναστικές πολιτικές απέναντι στην Άγκυρα. Η επιδίωξη “ήρεμων νερών” δεν μπορεί να γίνεται με υποχωρήσεις σε ζητήματα εθνικής κυριαρχίας ή με συμφωνίες “φιλίας” χωρίς την άρση του casus belli.
Η Ελλάδα οφείλει να χαράξει εξωτερική πολιτική βασισμένη στον ρεαλισμό, τη στρατηγική αυτοπεποίθηση και την πίστη στο διεθνές δίκαιο – όχι στη φοβία και την αυταπάτη. Η ΕΕ, αν θέλει να παραμείνει ένωση αρχών και όχι συμφερόντων, οφείλει να το αποδείξει. Η Ελλάδα, αν θέλει να έχει λόγο και ρόλο, πρέπει να το απαιτήσει.