Αυτό σημαίνει, πως αν οι δάσκαλοι από την άποψη της ουσίας παραχάραξαν το ελληνικό νόμισμα, από την άποψη της μορφής ο τρόπος που ερμήνεψαν στη συνέχεια τους έλληνες ήταν να διαθέσουν το κίβδηλο χρήμα στην αγορά από όλες τις τράπεζες του κόσμου. Η υφήλιος γιόμισε κάλπικη μονέδα.
Σύμφωνα με την τακτική αυτή κάθε αποτίμηση ελληνικού στοιχείου έπρεπε να περνά μέσα από τους ηθμούς της χριστιανικής λογικής, της χριστιανικής ηθικής, και της χριστιανικής αισθητικής. Οι αρχαίοι κίονες γίνανε πέτρες, για να χτιστούν οι τοίχοι των νέων ναών.
Έτσι, για να φέρω ένα παράδειγμα, τύπωσαν μέσα μας το σχήμα μιας αγίας Αντιγόνης και ενός Κρέοντα διαβόλου. Ο Σοφοκλής όμως στα σημεία πλάθει μιαν Αντιγόνη πολύ πιο ισχυρόγνωμη από τον Κρέοντα. Και στα σημεία πλάθει έναν Κρέοντα πολύ πιο ευαίσθητο και δραματικό από την Αντιγόνη.
Ας υποθέσουμε ότι ο Κρέοντας συγχωρούσε την Αντιγόνη από μεγαλοψυχία, ή γιατί ύστερα από μία ξαφνική έλλαμψη αναγνώριζε το δίκιο της. Αλλά τότε ολόκληρος ο φέροντας σκελετός της τραγωδίας θα κατάρρεε σαν παιδοπαίγνιδο.
Πόσο γελοία βροντάει στη μνήμη μας η ερμηνεία που μας έμαθε ότι στο «οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν»* της κόρης ακούμε να ηχούν χριστιανικά προανακρούσματα. Τους χριστιανούς περίμεναν οι έλληνες για να μάθουν τι εστί … αγάπη και δικαιοσύνη. Ω θεοί!
Με την Αντιγόνη και τον Κρέοντα ο Σοφοκλής επεξεργάζεται πρώτα φυσικές και δευτερευόντως ηθικές αντινομίες. Το πρόβλημά του είναι ο νόμος και το κράτος στη σύγκρουσή τους με τη μεμονωμένη ευαισθησία των ατόμων για αιτήματα και δίκαια που υπερβαίνουν και πάντα θα υπερβαίνουν τον νόμο και το κράτος.
Οι δάσκαλοι όμως ερμηνεύοντας χριστιανικά βλέπουν μόνο την ηθική πλευρά, και παραβλέπουν εντελώς τη φυσική, που είναι και η θεμελιώδης.